Επόμενο βιβλίο,
Μου μαθαίνετε να χαμογελάω, σας παρακαλώ;
Συγγραφέας: Ελένη Δικαίου
Η Ιφιγένεια είναι ένα κορίτσι στην εφηβεία. Μοναχοπαίδι και άριστη μαθήτρια, φορτώνεται μαζί με τα δικά της και τα όνειρα των άλλων γύρω της. Έχοντας πρότυπο τον αρχαιολόγο θείο της, ονειρεύεται να γίνει κι εκείνη αρχαιολόγος βάζοντας στόχο την επιτυχία της στο Πανεπιστήμιο. Όμως κάνει το λάθος αυτή την επιτυχία να την «αφιερώσει» στον βωμό της οικογενειακής της ευτυχίας.
Τα παιδιά συμπάθησαν την Ιφιγένεια. Εντόπισαν την προσπάθειά της να κάνει την εφηβική της επανάσταση, η οποία κατέληξε σε αποτυχία. Υποχωρεί συνέχεια μπροστά στα πρέπει και στη θέληση της μητέρας της και λυπήθηκαν για αυτό. Όλοι συμφώνησαν ότι συμβιβάστηκε εξαιτίας της ευαισθησίας της.
Θύμωσαν με την μητέρα της Ιφιγένειας ,για την αυταρχικότητά της. Την βρήκαν σκληρή. Ιδιαίτερα ανέφεραν ότι δεν θα ξεχάσουν την φράση που έλεγε στην Ιφιγένεια «λυπάμαι για σένα και ντρέπομαι».
Τους άρεσε η Νερίνα, η εξαδέλφη της Ιφιγένειας. Τους άρεσε η ανεξαρτησία της και το ότι η οικογένειά της την στήριζε πάντα.
Σε όλους άρεσε η ελπίδα που φαίνεται στο τέλος, όπως επίσης και η αλλαγή στη ζωή της, την οποία αποφάσισε μόνη της.
Η Φαίη έγραψε κάτι δικό της , έδωσε μία δική της εκδοχή στο βιβλίο .
Τι ώρα να ήταν; Υπολόγιζα γύρω στις 1:30, το πολύ 2. Γύρισα να κοιτάξω το ψηφιακό ρολόι που βρισκόταν στο γραφείο μου 05:23 π.μ. Η ώρα πλησίαζε και το στομάχι μου σφιγγόταν περισσότερο κάθε λεπτό που περνούσε. Η μεγάλη στιγμή είχε σχεδόν φτάσει. Δεν μπορούσα να κοιμηθώ, παρά μόνο στριφογύριζα όλη νύχτα στο κρεβάτι μου από την αγωνία.
Κάποια στιγμή, η πόρτα άνοιξε και ο μπαμπάς μου μπήκε στο δωμάτιο. Εγώ, έκανα δήθεν πως κοιμόμουν, δεν ήθελα να καταλάβει ο μπαμπάς μου πως έμεινα άγρυπνη όλη νύχτα γιατί θα άρχιζε τα δικά του, πως χρειάζομαι ξεκούραση και όλα τα γνωστά που λένε συνήθως οι γονείς. Μου έδωσε ένα φιλί στο μάγουλο. «Ξύπνα, έφτασε η Μεγάλη Μέρα» είπε και μόλις κατάλαβα πως ξημέρωσε το στομάχι μου έγινε πιο σφιχτός κόμπος και από τους σχεδόν άλυτους, που για να καταφέρεις να τους λύσεις σπαταλάς ώρες προσπάθειας και στο τέλος αναγκάζεσαι να τους κόψεις.
Η Μαμά, είχε στύψει χυμό πορτοκάλι, είχε ετοιμάσει κέικ και τοστ γιατί θεωρούσε το πρωινό το σημαντικότερο γεύμα της ημέρας, πόσο μάλλον της συγκεκριμένης. Εγώ εννοείται πως δεν μπορούσα να φάω τίποτα, δεν πήγαινε μπουκιά κάτω. Αφού κατάφερα να φάω μια μπουκιά κέικ και να πιω δυο γουλιές νερό, ετοιμάστηκα και ξεκινήσαμε για το σχολείο, πάντα με τη συνοδεία της μαμάς μου.
Έκανα το σταυρό μου για μια τελευταία φορά και ύστερα μπήκα στην αίθουσα. Πήρα τα θέματα στα χέρια μου, έσφιξα τα δόντια για μια τελευταία φορά. «Αυτή είναι η ευκαιρία σου. Για αυτό παλεύεις τόσο καιρό! Δικαιώσου!» Κοίταξα το χαρτί. Σωκράτης! Το ήξερα, ήμουν σίγουρη ότι θα πέσει αυτό το θέμα!. Όλα ήταν με το μέρος μου εκείνη την ημέρα.
«Ούτε λαθάκι», είπα στη μαμά μου όταν με ρώτησε πως έγραψα. Ήμουν πολύ χαρούμενη που είχα γράψει τόσο καλά. Πλέον, ήμουν 100% σίγουρη πως μπορούσα να τα καταφέρω! Δεν είχα πια άγχος για τίποτα και ήξερα πως οι κόποι μου θα ανταμείβονταν.
Την μεθεπόμενη ημέρα, έγραφα έκθεση. Έτσι, όλη την υπόλοιπη Δευτέρα, δεν έκανα τίποτα, απλά ξεκουράστηκα, την Τρίτη έκανα μία επανάληψη και το βραδάκι άνοιξα το βοήθημά μου και διάβασα κάποια θέματα και κείμενα σχετικά.
Τετάρτη πρωί, πήγα να γράψω χωρίς κανένα άγχος. Κάθισα στο θρανίο μου και κοίταξα το θέμα. «Το βιβλίο». Δεν πίστευα στα μάτια μου! Μόλις το προηγούμενο βράδυ είχα διαβάσει ένα σχετικό κείμενο. «Σύμφωνα με μία στατιστική, τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα το ποσοστό των ανθρώπων που διαβάζουν βιβλία, είναι μόνο το 11% από το οποίο το 8% ανήκει σε ενήλικες και το 2% σε παιδιά μέχρι 12 χρονών και το 1% σε εφήβους». Έτσι ξεκίνησα και την έκθεσή μου! Ήμουν πολύ χαρούμενη που έγραψα καλά!
Η μαμά, με περίμενε απ? έξω με ένα χαμόγελο στα χείλη. Καθώς περπατούσαμε προς το σπίτι ένιωσα έναν μεγάλο πόνο στην κοιλιά και διπλώθηκα στα δύο από τον πόνο. Μέχρι που φτάσαμε σπίτι, είχα ήδη κάνει δύο φορές εμετό και μετά ξαναέκανα αρκετές. Πήγαμε στο νοσοκομείο και μετά από εξετάσεις που ακολούθησαν μας ανακοίνωσαν πως είχα σκωληκοειδίτιδα και πως δεν μπορούσα να βγω για ένα μήνα από εκεί.
Μόλις μου το είπαν , είδα όλα τα όνειρα να περνούν από μπροστά μου και να χάνονται. Ένιωσα πάρα πολύ άσχημα και όλα τα κομμάτια μέσα μου έσπασαν. «Δεν θα γίνω ποτέ αρχαιολόγος». Μόνο αυτό σκέφτηκα και αμέσως ξέσπασα σε λυγμούς.
Μου πήρε καιρό να το αποδεχθώ και η αλήθεια είναι πως ποτέ δεν το αποδέχθηκα πραγματικά. Σπίτι, διάβασμα και θλίψη. Δεύτερη φορά εξετάσεις. Ξανά αποτυχία και ξανά θλίψη και κλάματα. Τρίτη φορά εξετάσεις. Πάλι τα ίδια. Πλέον είχα απογοητευθεί τελείως και ένιωθα άχρηστη.
Δημόσια υπάλληλος. Αυτό κατάφερα να γίνω. Μία απλή δημόσια υπάλληλος σαν τόσες άλλες? Γραφείο, σπίτι, σπίτι, γραφείο. Σχόλασμα στις 2:30 και μετά σπίτι. Φαγητό, τηλεόραση και μερικές βροχερές μέρες και διάβασμα ρομαντικών βιβλίων. Ούτε οικογένεια, ούτε παιδιά. Μόνο εγώ και η μοναξιά μου!
«Δεν τη θέλω αυτή τη ζωή, δεν τη διάλεξα», έλεγα και ξαναέλεγα. «Ξύπνα γλυκιά μου, σήμερα γράφεις έκθεση. Δεν νομίζω να θέλεις να αργήσεις;» Άνοιξα τα μάτια μου. Όλα ήταν ένα κακό όνειρο. Ένιωσα τεράστια χαρά και ανακούφιση. Αν κάτι ήξερα καλά, ήταν πως από τη ζωή πάντα ανταμειβόμαστε για τους κόπους μας και έτσι θα ανταμειβόμουν και εγώ!
Στην έκθεση έσκισα και το ίδιο και στα υπόλοιπα μαθήματα. Συνολικά συγκέντρωσα 19,4 μόρια, Έπιανα τη σχολή που ήθελα και με το παραπάνω. Έφτανα ακόμη και τη Νομική Αθηνών! Αλλά όχι, εγώ ήθελα να γίνω αρχαιολόγος!
Τα χρόνια στη σχολή πέρασαν πολύ όμορφα και γρήγορα. Όταν επιτέλους πήρα το πτυχίο μου, ήμουν ο πιο χαρούμενος άνθρωπος στον κόσμο! Πολύ σύντομα άρχισα να δουλεύω. Παντρεύτηκα τον Κιούση και κάναμε δύο δίδυμα παιδάκια. Την Έρση και τον Νίκο. Πολύ σύντομα όμως άρχισαν τα προβλήματα. Εγώ δούλευα πάρα πολλές ώρες την ημέρα και το ίδιο και ο Μιχάλης. Έτσι, στο σπίτι βρισκόμασταν όλοι μαζί ελάχιστες ώρες και τότε ήμασταν πολύ κουρασμένοι και κοιμόμασταν. Δεν περνούσαμε καθόλου ποιοτικό χρόνο σαν οικογένεια και είχε δημιουργηθεί μεγάλο χάσμα ανάμεσα στη σχέση μου με τον Μιχάλη.
Αυτή η κατάσταση δεν πήγαινε άλλο . Δεν πήγαινα σχεδόν καθόλου σπίτι. Τα παιδιά μεγάλωναν και εγώ δεν το καταλάβαινα. Ο Μιχάλης μου ζήτησε διαζύγιο. Έτσι, χωρίσαμε και τα παιδιά πήγαν μαζί του.
«Τίποτα από αυτά δεν θα είχε συμβεί αν εκείνο το όνειρο που είχα δει, ήταν πραγματικότητα. Θα δούλευα στο δημόσιο, θα γυρνούσα σπίτι στις 3 και όλη μέρα θα ήμουν με τα παιδιά μου. Θα έβλεπα τον άντρα μου και τώρα δεν θα ήμουν χωρισμένη» Σκεφτόμουν.
Ο Μιχάλης ξαναπαντρεύτηκε. Απέκτησε και ένα κοριτσάκι με την καινούργια του γυναίκα. Εγώ έμεινα μόνη για την υπόλοιπη ζωή μου. Δούλευα ασταμάτητα και ήμουν λυπημένη. Μακάρι να μην ήταν απλά όνειρο όλο αυτό που είχα και τότε. Τώρα θα ήμουν ευτυχισμένη. Μακάρι να ήμουν μία Δημόσια υπάλληλος.
Π.Φ.
Αλλά και μια ομάδα μαθητριών πήρανε συνέντευξη από την Ιφιγένεια. Ας την διαβάσουμε:
1. Πώς ήταν η σχέση σου με την μητέρα σου και πώς με τον πατέρα σου;
Η σχέση μου από την δικιά μου όψη ,ήταν καλή. Δεν τσακωνόντουσαν με εμένα. Βασικά γινόταν πολύ σπάνια λόγω των μαθημάτων. Το μόνο αρνητικό ήταν ότι με πίεζαν πολύ. Σχεδόν σε όλα δεν είχα την ελευθερία που είχαν τα υπόλοιπα παιδιά της ηλικίας μου.
2. Πώς σου φάνηκαν οι πρώτες διακοπές μακριά από τους γονείς σου;
Ήταν ένα όνειρο για μένα. Αν και ένιωθα πολύ περίεργα ,το απόλαυσα όσο περισσότερο μπορούσα !
3. Πώς πέρασες στο πρώτο σου πάρτυ;
Και εκεί ένιωθα περίεργα. Δεν είχα ξαναπάει σε πάρτυ. Δεν μπορώ να πω ότι πέρασα καλά ή αδιάφορα? Πρέπει να ξαναπάω σε πάρτυ για να σιγουρευτώ.
4. Τα μαθήματα σου άρεσαν ή μήπως διάβαζες για να ευχαριστήσεις τους γονείς σου; Μήπως διάβαζες απλά για να περάσεις τον Κιούση;
Στην αρχή δεν ήθελα ούτε να τα βλέπω. Με την πάροδο του χρόνου και με τους γονείς μου να με πιέζουν ,άρχισαν να μου αρέσουν.
Πράγματι το έκανα και για τους γονείς μου ,όμως σε καμία περίπτωση για να προσπεράσω τον Κιούση. Υπήρχε βέβαια ανταγωνισμός μεταξύ μας ,για το ποιος θα είναι πρώτος ,αλλά το έκανα για μένα .
5. Σου στοίχισε η διπλή αποτυχία σου στις εξετάσεις ;
Ναι! Μου στοίχισε και με το παραπάνω. Την πρώτη φορά όμως δεν είχα προβλέψει ότι θα γινόταν αυτό με το στομάχι μου. Την δεύτερη νόμιζα ότι τα ήξερα όλα και στο τέλος δεν έγραψα τίποτα?Αυτό μου στοίχισε πολύ, αλλά απογοήτευσα και τους γονείς μου που περίμεναν κάτι καλύτερο από μένα.
6. Τέλος ,την απόφαση να μην πας Αμερική πώς την αντιμετώπισες;
Στην αρχή σκεφτόμουν μόνο τον εαυτό μου ?Καθώς περνούσε ο χρόνος άρχισα να σκέφτομαι και τους γονείς μου . Ο πατέρας μου ήθελε, όμως η μητέρα μου?.δεν μπορούσα να την αφήσω και να φύγω στα ξένα ?
ΟΜΑΔΑ: Μαρία Πη , Αλίκη Κατσέλη , Αλίσα Ντεντάι ,Λάουρα Ραμόλλη